Είναι μια ακόμη ταινία για το HIV/AIDSαν και πρακτικά περιγράφει μέσα από τον αγώνα ενός οροθετικού για
τηζωή του την παράνομη διακίνηση φαρμάκων αλλά και το ρόλο οργανισμών όπως το FDA.
Το σενάριο είναι βασισμένο στην
αληθινή ιστορία του Ρον Γούντρουφ που αφου κόλλησε ΗΙV/AIDS, ξεκίνησε το λαθρεμπόριο μη εγκεκριμένων φαρμάκων όταν ανακάλυψε ότι τα συγκεκριμένα φάρμακα
βοηθούν στη βελτίωση των συμπτωμάτων του.
Το 1985 στο Ντάλας, ο Ρον Γούντρουφ, ένας ομοφοβικός ηλεκτρολόγος και
καουμπόι έχει διαγνωστεί με HIV/AIDS.
Αρχικά αρνείται να δεχτεί τη διάγνωση, αλλά θυμάται ότι έκανε σεξ
χωρίς προφυλάξεις με μία χρήστρια.
Η οικογένεια και οι φίλοι του τον
εγκαταλείπουν..
Η γιατρός του, Σακς, του
λέει ότι δοκιμάζουν ένα φάρμακο το ΑΖΤ, που πιστεύουν ότι παρατείνει τη ζωή των
ασθενών με AIDS και είναι το μόνο που έχει έγκριση από το FDA
(Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων).
Η Σακς τον ενημερώνει ότι στο πλαίσιο
κλινικής μελέτης, οι μισοί ασθενείς λαμβάνουν το φάρμακο ενώ οι άλλοι μισοί
παίρνουν ένα εικονικό φάρμακο.
Ο Ρον δωροδοκεί έναν εργαζόμενο στο νοσοκομείο για να πάρει το ΑΖΤ αλλά η
υγεία του χειροτερεύει.
Ο Ρον γνωρίζει τη Ρέιον, μια τρανς οροθετική γυναίκα.
Ο
Ρον πηγαίνει σε ένα μεξικάνικό νοσοκομείο αναζητώντας θεραπεία όπου ο γιατρός
του γράφει να πάρει το φάρμακο DDC και την πρωτεΐνη Peptide Τ, τα οποία δεν
έχουν εγκριθεί στις ΗΠΑ.
Τρεις μήνες αργότερα, ο η υγεία του Ρον βελτιώνεται.
Συνειδητοποιεί ότι θα μπορούσε να βγάλει πολλά λεφτά με την εισαγωγή φαρμάκων
που μπορεί να πουλήσει σε ασθενείς με AIDS.
Εφόσον τα φάρμακα δεν είναι
παράνομα, μπορεί να τα περάσει από τα σύνορα,.
Ο Ρον ξεκινά να πουλά τα φάρμακα στο δρόμο.
Έρχεται σε επαφή με τη Ρέιον
και μαζί ιδρύουν το "Dallas Buyers
Club".
Το κλαμπ γίνεται εξαιρετικά δημοφιλές.
Όταν ο Ρον παθαίνει καρδιακή
προσβολήαποκαλύπτεται η λέσχη και τα
εναλλακτικά φάρμακα.
Ο Ρίτσαρντ Μπάρκλεϊ
του FDAκατάσχει τα φάρμακα DDC παίρνει άδεια από την αστυνομία να εισβάλλει στο
Buyers Club αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο από το να δώσει πρόστιμο στον
Ρον.
ToFDAαλλάζει τον κανονισμό του ώστε όλα τα μη εγκεκριμένα φάρμακα να
θεωρούνται παράνομα.
Καθώς η πρωτεΐνη Peptide T γίνεται ολοένα και δυσκολότερο
να αποκτηθεί, ο Ρον καταθέτει μήνυση ενάντια στο FDA.
Επιδικώκει
το νόμιμο δικαίωμα να πάρει την πρωτεΐνη, η οποία έχει επιβεβαιωθεί ως μη
τοξική αλλά δεν έχει ακόμα εγκριθεί..
Καθώς η ταινία τελειώνει, μας πληροφορεί
ότι το FDA επέτρεψε στον Ρον να πάρει την πρωτεΐνη Peptide T για προσωπική
χρήση και ότι πέθανε από AIDS το 1992, επτά χρόνια αργότερα από ότι οι γιατροί
είχαν προβλέψει.
Δυναμική επαναφορά της συζήτησης για το HIV/AIDSαπό τον Αμερικανικό κινηματογράφο και τα «παράνομα» φάρμακα σε μια εποχή
που η συζήτηση για το «φάρμακο», το HIV/AIDSπου συνοδεύει την κρίση, έχει πάρει φωτιά!
On Friday, January 24, the Afghan Community
of Greece met to in their community center in Peristeri to pray and to
pay respects to the survivors of the Farmakosini shipwreck. They are
hosting and caring for the survivors as they determine what steps they
will take next regarding the tragic incident. The Afghan Community,
along with several other NGOs will gather at Syntagma Square at noon
today, Saturday January 25, to protest the treatment of refugees and to
give voice for the nine children and three women who lost their lives in
this last monday
با
عرض سلام خدمت دوستان و شاگردان محترم امروز کلاس زبان ﴿انووپاپیسا ﴾
تعطیل است به علت ا ین که حرکت غیر انسانی پولیس های سرمرزی یونان نسبت
به هموطنان ما انجام داده اند مابا ید در کنار انها به تظاهرات امروزی
ساعت ۱۲ ظهر امروز در میدان سینداغما شرکت کنیم با تشکر
Το
Σάββατο το απόγευμα, στο μετρό της Αθήνας, ομάδα ατόμων, διέσυρε δημόσια, έβρισε
και ξυλοκόπησε μια τρανς γυναίκα μπροστά στα μάτια αρκετών πολιτών.
Οι
περισσότεροι μάρτυρες στάθηκαν αλληλέγγυοι στο θύμα και κάποιοι έφτασαν με την
κοπέλα μέχρι το Α.Τ. Εξαρχείων όπου κατατέθηκε μήνυσ
Τη
προηγούμενη μέρα, Παρασκευή 17/1, συνέβη μία παρόμοια επίθεση στην πλατεία
Εξαρχείων, όπου οι εμπλεκόμενοι δράστες προέβησαν σε λεκτική βία εις βάρος 2
τρανς γυναικών.
Τα Εξάρχεια φαίνεται να χάνουν τον χαρακτήρα τους και από μία
περιοχή όπου θα μπορούσε κάποιος να εκφραστεί ελεύθερα, αντιμετωπίζει κανείς
σήμερα τον υποβόσκοντα φασισμό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στα Εξάρχεια
συναντιούνται σε εβδομαδιαία βάση και τα μέλη της συλλογικότητας QueerTrans,
μέλη της οποίας ήταν τα θύματα της δεύτερης αυτής επίθεσης.
Περιμένουμε
τη δολοφονία για να αντιδράσουμε;
Αν και σύμφωνα με την μεγεθυντική λογική
που ακολούθησαν τα παραπάνω επεισόδια, με την λεκτική επίθεση να εξελίσσεται
ταχύτατα σε περιστατικό ξυλοδαρμού, ίσως δε θα ήταν υπερβολή να υποθέσουμε πως
ακόμα και πιο βίαιες εκφάνσεις μίσους θα μπορούσαν να εμφανιστούν.
Κανένας
άνθρωπος δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί στο δρόμο φοβούμενος για την ασφάλεια της
ζωής του.
Η
Good As You(th) καταδικάζει τα παραπάνω περιστατικά αναγνωρίζοντας τις αιτίες,
καθώς και τον τρόπο σκέψης, που οδήγησαν σε αυτά.
Η ομοφοβία και η τρανσφοβία
που είναι διάχυτες στην ελληνική κοινωνία και σε μερικές περιπτώσεις προωθούνται
από τη νομοθεσία (η οποία αγνοεί την ύπαρξη ατόμων με διαφορετικό σεξουαλικό
προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου), χέρι χέρι με το φασισμό που δραστηριοποιείται
έντονα, φορτίζουν όλο και περισσότερο όσους δεν μπορούν να δεχτούν την
διαφορετικότητα και την έννοια της ελευθερίας σε θέματα σεξουαλικών προτιμήσεων
και ταυτότητας φύλου.
Τα
παραπάνω περιστατικά δεν είναι μεμονωμένα, όπως θα σπεύσουν κάποιοι να
συμπεράνουν.
Οι
επιθέσεις αυτές έρχονται να προστεθούν σε λίστες με άλλα παρόμοια επεισόδια
βίας, ή/και αποκλεισμών που δέχεται η LGBT* κοινότητα εν γένει, με τα τρανς
άτομα να αποτελούν την πιο στοχοποιημένη συνιστώσα αυτής.
Πολύ πρόσφατη είναι η
περίπτωση της τρανς μαθήτριας η οποία ενώ ξεκίνησε να παρακολουθεί νυχτερινό
σχολείο, το εγκατέλειψε, λόγω της βίαιης και επιθετικής συμπεριφοράς των
συμμαθητών και του διευθυντή του σχολείου της.
Στα καλούπια της
ετεροκανονικότητας μία μαθήτρια η οποία τολμάει να διεκδικήσει με αξιοπρέπεια
αυτό που χρειάζεται περισσότερο, δηλαδή την ελευθερία της στην έκφραση καθώς και
την εκπαίδευσή της, στο δημόσιο και δωρεάν (;) ελληνικό σχολείο, αντιμετωπίζεται
ως μίασμα, με τον ίδιο τρόπο που τον Ιούνιο, τρανς άτομα στη Θεσσαλονίκη
συλλαμβάνονταν ή οδηγούνταν αναίτια στο αστυνομικό τμήμα.
Ή μάλλον υπήρχε
δικαιολογία.
Για το κράτος κάθε τρανς άτομο είναι εν δυνάμει εκδιδόμενο, και στα
πλαίσια του "Ξένιου Διός" άλλη μία "επιχείρηση σκούπα" ήταν ό,τι χρειαζόταν.
Το
"πρόβλημα" κρύφτηκε κάτω από το χαλί ούτως ώστε η φοβική κοινωνία να κοιμάται
ήσυχη τα βράδια.
Για
όλους/ες εμάς, τα τραβέλια, τις φτερούδες, τις κουνιστές αδερφές, τις νταλίκες,
όσους και όσες αρνούμαστε να συρρικνωθούμε για να χωρέσουμε στα περιοριστικά
πρότυπα μίας κοινωνίας που γεννάει μίσος και τρέφεται από αυτό, όλους και όλες
εμάς τους οποίους απεχθάνεστε, είναι σαφές πλέον πως το ζήτημα της ανεκτικότητας
δεν έχει λήξει.
Θα νιώσουμε ελεύθεροι/ες μόνο όταν ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η
τρανσφοβία και ο φασισμός, όπως παίρνουν μορφή μέσα από τον καπιταλισμό, την
πατριαρχία και τις υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας, ξεριζωθούν για πάντα από κάθε
κομμάτι του κοινωνικού συνόλου.
Ως
κοινότητα LGBT νέων, που αντιμάχεται το ρατσισμό και το φασισμό, στηρίζουμε τη
διαμαρτυρία ενάντια στην τρανσφοβία, στην οποία καλεί η ομάδα QueerTrans,
αναγνωρίζοντας ότι οι συνειδήσεις αλλάζουν μόνο στο δρόμο.
Όλοι/ες μαζί, γκέι,
λεσβίες, τρανς, μετανάστες, άνεργοι/ες, όλοι/ες εμείς που γι' αυτούς είμαστε
απλά μειονότητες, ενώνουμε τις φωνές μας και διαμαρτυρόμαστε για ένα ακόμα
περιστατικό ωμής βίας, κατά την εποχή του φασισμού στη χώρα μας.
Όλοι/ες εμείς,
εντοπίζουμε τι γεννάει τις αδικίες στη ζωή μας, διεκδικούμε ένα καλύτερο μέλλον,
όλοι/ες παλεύουμε ενάντια στο σύστημα που μας θεωρεί απόβλητα.
Δίνουμε το παρόν το Σάββατο, 25 Ιανουαρίου στις 17:00 στην
πλατεία Εξαρχείων.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών
(Σ.Υ.Δ.), με το παρόν δελτίο τύπου,
διαμαρτύρεται με έντονο τρόπο και ενημερώνει για συνεχιζόμενα τρανσφοβικά
περιστατικά στο κέντρο της Αθήνας.
Συγκεκριμένα, την Παρασκευή 17 Ιανουαρίου,
παρέα τρανς γυναικών δέχτηκε προσβλητική τρανσφοβική λεκτική επίθεση από ομάδα
ατόμων στο κέντρο των Αθηνών στα Εξάρχεια, ενώ την επόμενη ημέρα, τρανς γυναίκα
δέχτηκε στην αρχή λεκτική και στη συνέχεια και σωματική επίθεση από ομάδα ανδρών
σε συρμό του μετρό στη στάση «Πανεπιστήμιο».
Οι αστυνομικοί που επιλήφθηκαν,
μόλις αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για τρανς, προσπάθησαν να την αποθαρρύνουν από
το να καταθέσει μήνυση και δεν ενέργησαν ώστε να σταματήσει η επίθεση σε βάρος
της.
Αντίθετα, οι δράστες εξακολούθησαν ανενόχλητοι, ενώπιον μαρτύρων –
περαστικών, την τρανσφοβική τους εξύβριση, ενώ οι μόνες νουθεσίες απευθύνονταν
προς το θύμα, προς το οποίο σύστηναν να σταματήσει να διαμαρτύρεται για τα σε
βάρος της αδικήματα.
Το θύμα ακολούθως μήνυσε τους δράστες και τους αστυνομικούς για τα σε
βάρος της αδικήματα, που τελέστηκαν με κίνητρο το μίσος για την ταυτότητα φύλου
της.
Την αστυνομική προανάκριση διενεργεί το ΤΑ Εξαρχείων, ενώ την υποστήριξη
του θύματος ανέλαβε η Δικηγόρος Ηλέκτρα – Λήδα Κούτρα.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (ΣΥΔ),
καταγγέλλει με ισχυρό τρόπο, τις συνεχιζόμενες τρανσφοβικές επιθέσεις αλλά και
το γενικότερο κλίμα τρανσφοβίας που επικρατεί, και ενώνει τη φωνή του με όλες
τις οργανώσεις και τους πολίτες που είναι αποφασισμένοι/ες να βάλουν ένα τείχος
ενάντια στις διακρίσεις και τις επιθέσεις με κίνητρο το τρανσφοβικό
μίσος.
Παράλληλα, ζητά να διενεργηθεί
ανεξάρτητη και αμερόληπτη έρευνα στην υπόθεση, που πήρε το δρόμο της
Δικαιοσύνης, καθώς και να διερευνηθεί ενδελεχώς στο στάδιο της προδικασίας το
τρανσφοβικό κίνητρο των εν λόγω εγκλημάτων.
a sarcastic
illustration for an article published at Bloomberg.com.
It is one of
many shades of pessimism expressed over this new year.
Our author
Martine van Bijlert sees it differently.
Ever since in 2011 President
Obama announced his timeline for the withdrawal of US troops from
Afghanistan, the prospect of 2014 has been looming ominously over the
country.
And now we are here, at the beginning of this almost mythical
year.
There is nervousness and fear, but also pushback, with some
Afghans believing that the rest of the world is patently wrong to be so
pessimistic about their future.
AAN’s Martine van Bijlert looks at the
questions that have been on the minds of so many: What will happen next?
And: Will Afghanistan be all right?
For years now, ever since Obama first
brought it up, 2014 has been a constant subject in conversations about
Afghanistan’s future.
So much so that the word 2014 –do hezar o chardah– became a code word for uncertainty and possible chaos, in a country that doesn’t even follow the Gregorian calendar.
Obama’s announcement detailing how he
would be bringing troops home, was mainly meant to reassure his own
public that the US was extricating itself from what was becoming a
costly and complicated entanglement.
But the world has become a single
audience and his words sent shockwaves throughout Afghanistan.
Although
many Afghans found it difficult to believe the US was really leaving –
in fact, the idea that the war is artificially kept going to give the
Americans an excuse to stay is fairly widespread – the announced
disengagement did confuse many people and made them nervous, given that
the talk of departure was couched in a narrative that suggested that
their country was in a much better shape than it looked from close up.
And if the international community had been unable to protect
Afghanistan’s population against a violent insurgency, predatory
governance and meddling neighbours while it was still present, what was
life going to look like without that level of international involvement
and oversight?
This worry was further fed by a steady
stream of bleak reporting and gloomy predictions in the media that left
people wondering whether all these foreign experts knew something that
they did not. But there has also been pushback.
Over time, some Afghans
started wondering out loud whether 2014 would really be such a watershed
moment: “I think it is going to be very much the same,” people started
adding to the conversation, and “maybe it will be all right, after all.”
In particular a younger, confident generation of professionals – who
had seen war, but maybe not the descent into war – started expressing
irritation over the assumption that seemed to underlie much of the
international reporting: that Afghanistan on its own could only fail.
Karzai’s open defiance against the US,
moreover, and his continued insistence that the pessimistic media
reporting was only meant to weaken Afghanistan’s resolve, has kindled
the idea also outside the emerging middle class that the rest of the
world may be wrong, even disingenuous, when it tells Afghanistan that
its future is precarious.
And as the security transition progressed, it
turned out that its consequences were a mixed bag – certainly not a
resounding success, but also not a clear-cut and obvious disaster.
This
is obviously not enough to reassure a nervous population that all will
be well, but it did illustrate that change may in fact still look very
much the same.
People are still worried.
But opinions are certainly more varied than they were one or two years ago.
Will a messy election lead to chaos and instability?
So at the threshold of this new and
ominous year, what can we say about the events that are likely to shape
the country’s trajectory? And maybe more importantly, what can we say
about the underlying dynamics and how likely they are to lead to the
predicted upheaval?
First of all, it looks like the
elections will go ahead as planned in April 2014.
This would be a first;
all previous elections have been delayed because they would otherwise
still be too close to winter (thereby going against the Constitutional
timeline).
It may still make sense to delay the elections – the climate
has, after all, not changed in the meantime – but it is politically a
very awkward discussion to have, as a delay would look like an attempt
to prolong Karzai’s tenure.
So we may be looking at an election with
parts of the country still inaccessible because of snow or floods.
The presidential election will again
dominate the headlines and analyses, overshadowing the simultaneous
provincial council elections. International election observers will
probably again be too hasty with their relatively positive assessments,
which they will then have to backtrack on; then they will probably leave
before the process has fully come to an end.
There is no reason to expect
that the 2014 elections will be less messy, contested or confusing than
the previous ones.
The structural circumstances do not really allow for
it to be otherwise: the widespread but unevenly distributed insecurity
provides opportunities for all kinds of manipulation, and it will then
be up to the electoral bodies, the IEC and IECC, to decide which votes
to count – in processes that will be high in discretionary
decision-making and low in transparency.
As a result, nobody will be
able to tell whether the final outcome has anything to do with how
people voted (or may have wanted to vote).
The question then is not whether there
will be fraud or political upheaval – that is more or less a given – but
rather whether the ensuing political wrangling will lead to
instability, or even violence, and a fragmentation of the elites that
will reverberate throughout the country.
Given the relative flexibility
of Afghan politics, with its high-stakes posturing and last minute
compromises,
I think it is safe to say that a messy, fraud-wracked
election will not necessarily lead to chaos or even an irreparable lack
of legitimacy.
What will, however, threaten the stability of Afghanistan
is irresponsible politicking, in particular if it is ethnically and
geographically based and designed to provoke and to inflame.
It is how
the power struggle is conducted that will shape the aftermath of the
election, not the mere fact that there is power struggle to start with.
The legitimacy of the election and its
results will, in the end, rely a lot on whether the outcome is seen as
relatively fair and stable; in other words whether it is sufficiently
inclusive of the different competing groups and whether it is
sufficiently supported by the main powers – whether local, regional or
international.
This means that the quality and tone of the political
conversation, that will take place while the IEC and the IECC are
struggling to determine the result of the election, will be key.
The
many losing candidates will need to be able to continue the tradition of
ultimately stepping down from their claims in the interest of national
unity and political stability.
The determination not to be fractured again
Although many analysts and reporters
have caught on to the fact that ethnicity, regionalism and patronage
play an important role in Afghan politics, there is an immense and
potentially harmful level of simplification in much of the writing.
There is often little understanding of the intricate and varied nature
of political networking in Afghanistan, of the determination among many
Afghans not to be violently fractured again and of the continuous
efforts by countless individuals to defuse conflicts and to reinforce a
commitment to unity.
There are of course spoilers and politicians
tempted to play on emotionally charged issues, as well as crowds that
can be easily mobilised and moved around.
There are also grievances –
real and imagined – and the fear of marginalisation (or worse),
particularly now that the situation is in flux.
But there is also
alertness and vigilance, which ensure that crude ethnic politicking is
currently still likely to backfire.
Analysts and diplomats should realise
that scenarios, informal policies and diplomatic brain-storming based on
the smug belief that one should be pragmatic
– for instance because
“Afghanistan has never been a nation”
or “the regions will refuse to be
governed by the centre” –
are out of step with how most Afghans see both
their country and their future.
Viewing Afghanistan as a country
divided into large ethnic blocks that may fight each other over power is
a dangerous oversimplification, but it may become a self-fulfilling
prophecy if politicians are left without alternative narratives to frame
their contests in.
One of the assumptions underlying many of
the bleak assessments is that Afghanistan is a fragmented country,
awash with weapons and spoilers, and that as it has not been fixed by
the efforts towards institution building and democratisation, it can
only fall apart.
That its fragility will be battered by each shockwave
until breaking point is reached.
And this is also what many Afghans
fear: not just the return of the Taleban (which, many believe, can only
happen if allowed by the internationals), but in general the return of
the ‘wolves’: the rule of and predation by wild commanders, not just
locally or incidentally, but again as the main overriding principle of
governance (or non-governance).
Over the last years this has never been
fully absent; it has been a continuous refrain, with old commanders as
well as a new generation of violence entrepreneurs behaving with
impunity (see for instance our reporting here).
But it was clear that it was not the norm; even if the government in
many cases was unlikely to act on complaints, there was still the hope
that it might change.
Although in many places impunity reigned, there
was also the potential to put pressure on those who were violent and
corrupt, for instance through complaints or mobilisation of the media.
But what, people ask, if there is no
longer money and power to buy off the spoilers?
What if the centre no
longer has enough control over the means of violence to be respected?
What if the consensus breaks that the status quo should be maintained
and protected, rather than captured and wrested from the others?
What if
nobody stops the neighbours and other meddlers from fomenting discord
and instability?
Change, a mixed bag
Speaking about Afghanistan and about its
future is like trying to hold two melons in one hand – which, according
to a well-known Afghan proverb, cannot be done (and should probably not
be tried).
When talking about the deep concerns
and everything that is lacking, everything that we had hoped for and
that is not happening, everything that we had feared and that is now
taking place, a rather dark picture emerges.
But that picture does not
sit right with the determination of many Afghans, with their resilience
and their unrelenting efforts, to hold their country together.
It also
does not sit right with the times over the past years that violence and
mayhem have been predicted and then did not, or not fully, materialise.
The bleak assessments are too bleak; the country may well do better than
many are now predicting.
But at the same time, doing better than
expected – not collapsing – is still a pretty low bar.
It will mean
muddling through and hobbling on.
It will involve continued widespread
poverty, low-level violence and injustice.
How to argue that this is not
a bleak future for many?
It is a fine balance, to keep up hope without
making light of all the people who will continue to suffer in the coming
years; to have “realistic expectations” without accepting that this may
be all Afghanistan will get.
What to do?
First of all, it would be helpful to
agree that change in Afghanistan has been a mixed bag.
That much of it
has neither been purely progress, nor just clear failure; that in fact
much of it was an unintended and rather messy mix of incremental changes
and underlying dynamics.
There is a good chance that the future will be
a lot like the past: a messy mixed bag.
Second, it would be helpful to be less
obsessed by the role of the international community.
So much of Western
policymaking narrative is based on the illusion of control and the
belief that plans, programs and the spending of money are the main
forces that shape social realities.
For those of us involved in policy
analysis, much of our work is based on the belief that change can happen
once policymakers are jolted into action: to muster the needed
‘political will’ to start doing the ‘right things’ so that progress and
reform can follow.
But this approach affects the analysis, the choice of
subjects, the presentation of facts.
It contributes to a focus on what
is broken and dysfunctional and what needs to be fixed.
I am not arguing
that we should, in some artificial way, be looking for happy stories.
But there is a need to look at Afghanistan in a way that includes both
its problems and its efforts to deal with them.
There is a lot more
ingenuity, resilience and internal stability than is covered in most of
the reporting and analysis.
Finally, it would be helpful to admit
that none of us knows what is going to happen.
That there are many
junctures where things can go wrong, but that it doesn’t mean they can
only unravel.
Περίπου 100 άτομα συμμετείχαν σε συγκέντρωση
διαμαρτυρίας έξω από την πρώτη δημόσια εκδήλωση της Ελληνικής προεδρίας
στις Βρυξέλλες.
Οι Έλληνες και Βέλγοι συγκεντρωμένοι κατήγγειλαν τις
βάρβαρες πολιτικές λιτότητας της ελληνικής κυβέρνησης και της ΕΕ
Μόλις μια βδομάδα μετά την τελετή ανάληψης της προεδρίας στην Ελλάδα,
που συνοδεύτηκε από την απαγόρευση και βίαιη καταστολή της διαδήλωσης,
διαμαρτυρίες ενάντια στη τραγοκωμωδία της Ελληνική προεδρίας
σημειώνονται και στην «καρδιά της Ευρώπης».
Με ανακοινωμένη τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας εδώ κι ένα μήνα, κανείς
υπουργός της κυβέρνησης δε τόλμησε να εμφανιστεί μπροστά σε ένα κοινό
2,000 διπλωματών, αξιωματούχων της ΕΕ και άλλων επισήμων.
Το χαιρετισμό
πριν από το προγραμματισμένο κονσέρτο απεύθυνε ο πρέσβης Κωνσταντίνος
Χαλαστάνης.
Ακτιβιστές τον διέκοψαν και σήκωσαν πανό που έγραφε στα
γαλλικά:
«Σαμαράς Εγκληματίας- ΕΕ συνένοχη-Τρόικα ξεκουμπίσου!
Αλληλεγγύη με την Ελλάδα».
Φώναξαν συνθήματα που ζητούσαν την άμεση
παραίτηση της κυβέρνησης.
Έξω από το κτίριο,
διαδηλωτές έστησαν δρώμενο που παρίστανε τους Σαμαρά
και Βενιζέλο να μαστιγώνουν ομάδες και τομείς που πλήττονται από τα
μνημόνια: Εργαζόμενους, Μετανάστες, Άνεργους, Παιδεία και Υγεία.
Μοιράστηκαν ενημερωτικά φυλλάδια στους προσερχόμενους.
Σκοπός της δράσης ήταν να ενωθεί η φωνή του Ελληνικού με το Βέλγικο και
τους άλλους Ευρωπαϊκούς λαούς ενάντια στις πολιτικές που λεηλατούν τις
κοινωνίες.
Εκπρόσωπος της Πρωτοβουλίας δήλωσε:
«η ελληνική προεδρία συμβολίζει τον
αυταρχισμό και την κοινωνική βαρβαρότητα που οι ελίτ θέλουν να
επιβάλουν σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό το φριχτό πείραμα πρέπει να σταματήσει
τώρα»
Εκπρόσωπος των βελγικών επιτροπών δράσης κατά της λιτότητας είπε:
«οι
άρχουσες τάξεις τόσο στο Βέλγιο όσο και στην Ελλάδα μας λένε ότι η κρίση
τελειώνει.
Εμείς ξέρουμε ότι είναι ψέμα κι ετοιμαζόμαστε για αγώνες
διαρκείας».
Ο Μαμαντού Μπα από τη Γουϊνέα, θύμα της Χρυσής Αυγής και μέλος της
CADTM είπε:
«οι πολιτικές λιτότητας γέννησαν το φασισμό στην Ελλάδα.
Πρέπει να τσακίσουμε τη λιτότητα και το φασισμό παντού στην Ευρώπη».
Περισσότερες πληροφορίες για τους διοργανωτές:
Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης στην Ελλάδα που αντιστέκεται
Ομάδα Ελλήνων που ζουν και εργάζονται στις Βρυξέλλες με στόχο την
ενημέρωση του κοινού στο Βέλγιο για τους λαϊκούς αγώνες στην Ελλάδα και
να δημιουργήσουν αλληλεγγύη μεταξύ των αγώνών στις δύο χώρες.